- Καλαυρεία
- Αρχαία ονομασία του νησιού Πόρος (βλ. λ.), καθώς και της ομώνυμης πόλης στο ίδιο νησί. Γράφεται και Καλαυρία. Σήμερα, ένα ακρωτήριο στην ανατολική άκρη του Πόρου ονομάζεται Καλαύρι.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Καλαυρείᾳ — Καλαυρείᾱͅ , Καλαύρεια citizen of C. fem dat sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱͅ , Καλαυρεία fem dat sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱͅ , Καλαυρείη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καλαύρεια — citizen of C. fem nom/voc sg Καλαυρεία fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καλαυρείας — Καλαυρείᾱς , Καλαύρεια citizen of C. fem acc pl Καλαυρείᾱς , Καλαύρεια citizen of C. fem gen sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱς , Καλαυρεία fem acc pl Καλαυρείᾱς , Καλαυρεία fem gen sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱς , Καλαυρείη fem acc pl… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καλαυρείης — Καλαύρεια citizen of C. fem gen sg (epic ionic) Καλαυρεία fem gen sg (epic ionic) Καλαυρείη fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καλαύρειαν — Καλαύρεια citizen of C. fem acc sg Καλαυρεία fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καλαυρείαν — Καλαυρείᾱν , Καλαυρείη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ПОСЕЙДОН — • Ποσειδω̃ν, Ποσειδάων, сын Кроноса и Реи, брат Зевса (Hesiod. theog. 453), по Геродоту старший, по Гомеру младший, после победы на титанами при разделе господства над миром получил на свою долю море (Ноm. Il. 15, 187 слл.); он… … Реальный словарь классических древностей
КАЛАВРИЯ — • Calaurēa, ή Καλαύρεια, п. Порос, остров с городом того же имени в Сароническом заливе, у берега Арголиды, напротив города Тройзена (которому он служил рейдом); К. соединена с небольшим островом Сферией, н. Дамале, посредством мели.… … Реальный словарь классических древностей
Μουσείο, Αρχαιολογικό Πόρου — Στεγάζεται στη δωρηθείσα στο κράτος κατοικία του πρώην πρωθυπουργού της Ελλάδας Αλέξανδρου Κορυζή (πλατεία Κορυζή). Η συλλογή του περιλαμβάνει ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Τροιζηνίας, που προέρχονται από τις παλαιότερες ανασκαφές της… … Dictionary of Greek